ACS: ο μεγαλύτερος εγχώριος επενδυτής στην αγορά των ταχυμεταφορών τα τελευταία 10 χρόνια συνεχίζει τις επενδύσεις για την αύξηση της δυναμικότητάς της σε υποδομές και ανθρώπους.

Σε κάθε κατάσταση που διαταράσσει βίαια την κανονικότητα, είναι ανθρώπινη ψυχολογική ανάγκη να κρατήσουμε κάποιες σταθερές στη ζωή μας για να μην καταρρεύσουμε. Στην παρούσα φάση, μια από αυτές τις σταθερές είναι και οι αγορές που πραγματοποιούμε, χρησιμοποιώντας τους δύο κυρίως κρίκους στην αλυσίδα αγοράς, τα e-shops και τις εταιρείες ταχυμεταφορών. Στην παρούσα φάση οι κρίκοι έσπασαν. Και e-shop και ταχυμεταφορές σήκωσαν περισσότερο βάρος από αυτό που μπορούσαν να αντέξουν με αποτέλεσμα την επιμήκυνση των χρόνων παράδοσης. Όταν αυτό λοιπόν συνέβη (λόγω της τεράστιας ζήτησης η οποία ήταν εκ των πραγμάτων αδύνατο να αντιμετωπιστεί), όποιος έχει την άμεση επαφή με τον καταναλωτή εισπράττει και τη συσσωρευμένη δυσαρέσκεια.

Η ACS και μαζί της και ο κλάδος των ταχυμεταφορών στοχοποιούνται για άλλη μια φορά και μαζί τους στοχοποιούνται χιλιάδες εργαζόμενοι του κλάδου. Αυτή τη φορά κατηγορούνται, γιατί δεν μπόρεσαν να ανταποκριθούν στη ζήτηση που προέκυψε από την «τέλεια καταιγίδα», του συνδυασμού της ήδη ραγδαίας αύξησης του ηλεκτρονικού εμπορίου, του δεύτερου lock down και των παραγγελιών του Black Friday/Χριστουγέννων, κλπ. Και η οποία έφερε διπλάσιο και τριπλάσιο όγκο αποστολών / δεμάτων, με μεγαλύτερη αύξηση στα μεγάλα αστικά κέντρα. Σύμφωνα με στοιχεία της ACS, η εταιρεία από την τελευταία εβδομάδα του Νοεμβρίου έχει αύξηση του όγκου αποστολών  κατά 80% σε σχέση με την αντίστοιχη περσινή περίοδο και κατά 50% σε σχέση με το προηγούμενο lockdown. Υπενθυμίζεται ότι στο προηγούμενο lockdown η αύξηση του όγκου  αποστολών σε σχέση με την αντίστοιχη περυσινή περίοδο ήταν 30%.

Η δυσαρέσκεια αυτή μετατράπηκε πρόσφατα σε σκληρές επικρίσεις, επειδή οι υπηρεσίες  των εταιρειών ταχυμεταφορών δεν μπόρεσαν να ανταποκριθούν στη ζήτηση. Η συνήθης μομφή που εκπέμπεται από αγανακτισμένους εμπόρους, καταναλωτές αλλά και ΜΜΕ είναι ότι οι εταιρείες ταχυμεταφορών δεν έχουν κάνει τις απαιτούμενες επενδύσεις. Αυτό είναι λάθος, ειδικά δε για την  την ACS, η οποία κατά το 2019 και 2020 έως σήμερα προχώρησε σε σημαντικές επενδύσεις για τη βελτίωση της δυναμικότητάς της, συνολικού ύψους άνω των €18 εκατ.,  ήτοι άνω του 16% του συνολικού ετήσιου κύκλου εργασιών της.

Αυτή είναι η αλήθεια και μάλιστα αξίζει να σημειωθεί ότι οι εταιρείες ταχυμεταφορών δεν έχουν πρόσθετα κέρδη κατά την περίοδο των lockdown, καθώς όταν υπάρχει τόσο μεγάλη και απότομη αύξηση του όγκου των αποστολών τα έξοδα που προκύπτουν για την εξυπηρέτηση του όγκου αυτού σε σύντομο χρονικό διάστημα είναι υψηλότερα των εσόδων. Υπάρχει συνεπώς μείωση των κερδών, όπως ανεδείχθη και στα οικονομικά αποτελέσματα της ACS κατά το Β΄ τρίμηνο του τρέχοντος έτους.

Γιατί προχώρησε σε αυτές τις επενδύσεις;

Η ACS έχει πλήρη συνείδηση ότι σε περιόδους κρίσης, το μεγάλο διακύβευμα είναι η αξιοπιστία, η δέσμευση στην ποιότητα εξυπηρέτησης του πελάτη και η μακροχρόνια σχέση εμπιστοσύνης μαζί του. Σε αυτά δίνει εξετάσεις και αποδεικνύει το DNA της.  Έτσι η εταιρεία κατέβαλε κάθε προσπάθεια – ήδη από το πρώτο lockdown – να ανταποκριθεί στην αυξημένη ζήτηση, με σημαντικές  προσλήψεις προσωπικού (άνω των 500 ατόμων), αγορά και μίσθωση περισσότερων από 150 vans, περισσότερων από 20 φορτηγών αυτοκινήτων δημοσίας χρήσης, μίσθωση περίπου 12.000 τ.μ. νέων αποθηκευτικών χωρών, αγορά περίπου 1.200 καροτσιών, άμεση οικονομική ενίσχυση του δικτύου συνεργατών της με πρόσθετες προμήθειες που ξεπερνούν το €1,5 εκατ,, αγορά και εγκατάσταση 2 νέων συστημάτων διαλογής δεμάτων, αξιοποίηση νέων τεχνολογικών λύσεων και πολλά άλλα, χωρίς να υπολογίσει τη σημαντική αύξηση του κόστους λειτουργίας της.     


Η ACS έχει επίσης προχωρήσει στην κατασκευή του σύγχρονου κέντρου διαλογής δεμάτων (hub), με τη χρήση αυτόματων μηχανημάτων διαλογής δεμάτων τελευταίας τεχνολογίας, επί της Πέτρου Ράλλη,  στο  Αιγάλεω Αττικής, σε ένα κτίριο συνολικού εμβαδού 30.000 τμ, που θα λειτουργήσει εντός του 2021,  υλοποιώντας μια εμβληματική επένδυση ύψους 40 εκατ. ευρώ. Η επένδυση αυτή θα αλλάξει στην κυριολεξία τα δεδομένα στον κλάδο των ταχυμεταφορών, καθώς πενταπλασιάζει την έως πρότινος δυναμικότητα διαλογής δεμάτων της εταιρείας, εκτινάσσοντας την ωριαία δυνατότητα σε  50.000  αποστολές/ώρα.

Η εταιρεία αναγκάστηκε να προχωρήσει σε αυτή την επένδυση γιατί αποδοκιμάστηκε από μερίδα καταναλωτών. Σωστά; Λάθος.

Η επένδυση ξεκίνησε να υλοποιείται ήδη από το 2015, πολύ πριν από το ξέσπασμα της πανδημίας με την αγορά του οικοπέδου, όταν η ACS βλέποντας την παγκόσμια ανάπτυξη του Ηλεκτρονικού Εμπορίου αποφάσισε να επενδύσει στην ανάπτυξη ενός νέου κέντρου διαλογής (hub) σε κεντρικό σημείο του λεκανοπεδίου. Η οικονομική κρίση εκείνης της περιόδου, ανέβαλε τα σχέδια μέχρι το 2017 όποτε και ξεκίνησαν οι σχετικές μελέτες και αδειοδοτικές διαδικασίες. Ο φάκελος για την οικοδομική άδεια κατατέθηκε τον Ιανουάριο του 2018 και μετά από αλλεπάλληλες παρατηρήσεις της πολεοδομίας και βελτιώσεις, εξεδόθη οικοδομική άδεια για εκσκαφές τον Σεπτέμβριο του 2019 και  οικοδομική άδεια ανέγερσης τον Μάρτιο του 2020.

Πώς θα διαφοροποιήσει η επένδυση αυτή την ACS από τις υπόλοιπες εταιρείες του κλάδου; Θα υπάρξουν ξανά προβλήματα στο μέλλον;

Η επένδυση αυτή είναι η μεγαλύτερη στην Ελλάδα στον κλάδο των ταχυμεταφορών, που θα συμβάλει στην αναβάθμιση του κλάδου συνολικά και φυσικά θα ενδυναμώσει την ανταγωνιστικότητα της ACS.

Έτσι η ACS αποδεικνύει για μια ακόμη φορά ότι δεν είναι απλώς μία εταιρεία που παραδίδει γρήγορα και αξιόπιστα τα δέματα. Είναι και ένας μεγάλος εγχώριος επενδυτής,  ένας σύγχρονος οργανισμός με υψηλή τεχνολογία, καταρτισμένους εργαζόμενους και ένας πολύτιμος εταίρος στους στρατηγικής σημασίας κλάδους του ηλεκτρονικού εμπορίου, των μεταφορών και της εφοδιαστικής αλυσίδας.

Σε λίγους μήνες, με την ολοκλήρωση της επένδυσης αυτής, η εταιρεία θα είναι έτοιμη να διαχειριστεί όγκους κατά πολύ μεγαλύτερους από τους σημερινούς. Αυτό δεν σημαίνει ότι μπορούν να αποφευχθούν πιθανές καθυστερήσεις σε απότομες αυξήσεις της ζήτησης και ακραίες συνθήκες όπως αυτές που ζούμε τώρα, δεδομένου ότι πέρα από το κέντρο διαλογής θα απαιτηθεί και αύξηση της δυναμικότητας σε ανθρώπους, οχήματα, λοιπούς χώρους διακίνησης  κλπ, η οποία δεν είναι δυνατή σε πολύ σύντομα διαστήματα. Το βέβαιο όμως είναι ότι με την ολοκλήρωση της επένδυσης αυτής θα καλυφθούν πολύ καλύτερα οι ανάγκες των πελατών της και του καταναλωτικού κοινού, ακόμη και κάτω από τις συνθήκες που βιώνουμε σήμερα. Διαχρονικός στόχος της ACS είναι να συνεχίσει να επενδύει, να καινοτομεί και να πρωτοπορεί σε σύγχρονες υποδομές, ψηφιακές λύσεις και αυτοματισμούς, πάντοτε με επίκεντρο την ποιότητα των υπηρεσιών της και την ικανοποίηση των πελατών της.

Τελικά η ACS μπορεί να επενδύει, αλλά και ωφελείται με ευνοϊκές ρυθμίσεις, αφού περιλαμβάνεται στους ΚΑΔ που ευνοούνται από τη μείωση των ενοικίων;

Αυτό το θέμα έχει ήδη απαντηθεί και η ACS δεν μπορεί να συνεχίσει να κατηγορείται για κάτι που δεν φέρει ευθύνη. Με βάση δημοσιεύματα των ΜΜΕ που δημοσιεύθηκαν τον περασμένο Απρίλιο, το αίτημα προς την κυβέρνηση να περιληφθούν οι Ταχυμεταφορές στους πληττόμενους ΚΑΔ προήλθε από την εταιρεία ΕΛΤΑ Ταχυμεταφορές. Υπήρξε μάλιστα και σχετική επιστολή που δημοσιοποιήθηκε. Κάθε σχετική αναφορά για χάρες ή ανταλλάγματα προς την ACS είναι ανυπόστατη, δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα και προφανώς εξυπηρετεί άλλου είδους συμφέροντα. Δεν πρόκειται όμως να δεχθούμε να μας χρησιμοποιούν για πολιτική αντιπαράθεση. Είμαστε ιδιωτική εταιρεία που 40 χρόνια τώρα δραστηριοποιούμαστε σε ένα αρκετά έντονο αντιεπιχειρηματικό περιβάλλον που δαιμονοποιεί τον ιδιωτικό τομέα, το επιχειρείν και το επιχειρηματικό κέρδος.